ΜΑΛΛΙ, ΟΥΤΕ ΜΑΚΡΥ, ΟΥΤΕ ΚΟΝΤΟ : Η αφήγηση ενός σεξιστή

Μ

Περίμενα στην ουρά πάνω από μισή ώρα και αν δεν ήταν αυτή που μου πήρε με θράσος τη σειρά, θα είχα προκαλέσει μεγάλο σαματά. 
Είχα βρεθεί σ’ αυτό το κατάστημα φθηνής ένδυσης για να αλλάξω κάποια ρούχα που είχα προμηθευτεί προ καραντίνας. Ωστόσο στο δίμηνο του εγκλεισμού καβάτζωσα ίσαμε οκτώ κιλάκια, με αποτέλεσμα να μη μου κάνουν ούτε οι μεγάλες σακούλες του καταστήματος.
Έφτασα εκεί πρωί – πρωί για να γλιτώσω τις ουρές και αφού έκανα της βόλτες μου ανάμεσα στις γαϊδούρες και τα ράφια, διαπίστωσα έκπληκτος ότι στο συγκεκριμένο μαγαζί δε θα έβρισκα πια ρούχα να μου κάνουν. Η αναγκαστική λύση λοιπόν ήταν να επιστρέψω τα ρούχα, να μου πιστώσουν τα χρήματα, έτσι ώστε να τα επενδύσω σε καραβόπανα – όχι για το είδος του υφάσματος, αλλά για το μέγεθος.

Όπως στεκόμουν υπομονετικά να έρθει η σειρά μου για το ταμείο, με τα πόδια μου να με πεθαίνουν και με την ψυχολογία μου σκατά, σκεφτόμουν τι σόι θέαμα αποτελούσα για κάποιον που θα με παρατηρούσε από μακριά: Ένας χοντρός, καραφλός με γυαλιά στραβωμάρας και με χειρουργική μάσκα, να περιμένει κρατώντας μία τεράστια σακούλα ZARA, ανάμεσα σε κοπελίτσες και κοπελίτσους, οι οποίοι όλοι μαζί ζύγιζαν όσο το ένα του πόδι.
Ακριβώς τη στιγμή που η ταμίας με κοίταξε με νόημα – σα να μου ‘λεγε “Έλα αγόραρε να σε εξυπηρετήσω” – εμφανίστηκε μπροστά μου αυτή. Με απύθμενο θράσος πήρε τη σειρά μου και πήγε στο ταμείο. Απόθεσε καμιά εικοσαριά τσίτια πάνω στον πάγκο και περίμενε την ταμία να κάνει λογαριασμό. Στο μεταξύ, έβγαλε το κινητό της και άρχισε να σκρολάρει δίχως τέλος στο instagram. Καμία ανησυχία για όλους εμάς που περιμέναμε. Αρντάν η κυρία.

Μία άλλη κοπέλα – από πίσω μου – συνοδευόμενη από ένα αγόρι με τριμαρισμένο με χάρακα μούσι και δέρμα χολιγουντιανής σταρ, με κοίταξε νευρικά. Τι περίμενε άραγε από μένα; Να τα κάνω γης μαδιάμ, επειδή η κοπελίτσα μου πήρε τη σειρά, άρα και τη δικιά τους; Και γιατί να βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα; Σάμπως όλοι δε θιχτήκαμε από την κλέφτρα της σειράς;

Πιθανόν η σιωπηλή απαίτηση της κοπελίτσας να γινόταν πράξη, αν εγώ, τη στιγμή ακριβώς που θα έπαιρνα φωτιά, δεν εντόπιζα – ως γνήσιος γύπας – την υπέροχη πίσω όψη της κλέφτρας: Ένα σφριγηλό κωλαράκι, που διέγραφε θαυμάσια μέσα από το ανοιχτό γκρι κολάν, με κάλμαρε αμέσως. Με επιδέξιο βλέμμα σάρωσα την κοπέλα από τα πόδια μέχρι το κεφάλι, όμως φτάνοντας στην κορυφή διαπίστωσα ότι έπρεπε να κάνω το σκανάρισμα ανάποδα, ώστε να μην χάσω άσκοπα τον χρόνο μου. Είχε αυτό το μαλλί!

Σε αυτό το σημείο ίσως χρειάζεται να αναφέρω ότι αν υπάρχει κάτι χειρότερο από την “γυποσύνη” μου, αυτό είναι η ιδιαίτερη επιλεκτικότητα που έχω για το αντίθετο φύλο.  Δε “δοκιμάζω” όπου βρω και αυτός είναι απαράβατος κανόνας. Έχω κάποια δικά μου κριτήρια παιδιόθεν – τρόπος του λέγειν – που με εμποδίζουν να ριχτώ στη μάχη, όπως για παράδειγμα, το μέγεθος των χειλιών. Δεν τα θέλω ούτε ούτε λιπόσαρκα, ούτε ιδιαίτερα σαρκώδη. Τα επιθυμώ τόσο – όσο. 
Όσον αφορά στα υπόλοιπα μέρη του σώματος, μου κάνουν οι μεγάλοι κώλοι, αλλά με τίποτα δεν προτιμώ τα μεγάλα στήθη. Για τα μάτια και το πρόσωπο δεν έχω κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα, φτάνει να μην είναι παντελώς κακομούτσουνη ή αλλήθωρη. Για το τελευταίο, ίσως και να μην είχα πρόβλημα, καθώς δε μου έχει τύχει.
Και αν τα παραπάνω φαντάζουν σεξιστικά, θα πρέπει να σημειώσω ότι μπορεί και να είναι.
Βέβαια το ίδιο συμβαίνει αδιακρίτως και από το άλλο φύλο: Πόσες γυναίκες δε μας κοιτάνε στον καβάλο ή στην κοιλιά; Πόσες από αυτές αποφεύγουν τους λιγόμαλλους – ή ακόμα χειρότερα – τους χοντρούς;

Καλώς ή κακώς η πρώτη εικόνα κρίνει και τα μεθεόρτια. Και πιστέψτε με ότι δεν έχει να κάνει με επιλογή καθαρά ρηχή και επιφανειακή. Στην ουσία, το υποσυνείδητο μας προστατεύει από τις κακοτοπιές και φέρνω για παράδειγμα εμένα αυτοπροσώπως: Παχύς, στραβός και φαλακρός, με άθλια φυσική κατάσταση – αλλά συγχρόνως – διαβασμένος, άριστος επαγγελματίας και ιδανικός σύντροφος (ελπίζω).
Πείτε μου εσείς τι θα συμβεί στην πρώτη ματιά σε ένα πολυκατάστημα γεμάτο από καλογυαλισμένους νεολαίους. Θα με κοίταζε κάποια; Πιθανότατα όχι, παρά μόνο εάν είχε την ικανότητα να διακρίνει στο βάθος, πράγμα αδύνατο. Το υποσυνείδητο θα την εμποδίσει αβλεπεί και όχι για τους προφανείς λόγους, αλλά για τους άλλους, που κανείς μας δεν παραδέχεται ποτέ. Δεν θα μπορέσω να ματσάρω ποτέ ατάκα και επιτόπου με οποιαδήποτε τυχαία καλοβαλμένη δεσποινίδα και ο κύριος λόγος είναι η αδιαφορία. Αδιαφορώ για την εμφάνισή μου, την υγεία μου κατά συνέπεια για όλη μου την ύπαρξη όπως αυτή φαίνεται στους παραέξω. Τουτέστιν γιατί να μην αδιαφορήσω και για την εκάστοτε δεσποινίδα; Να αυτά είναι τα κριτήρια που θέτουμε για το άλλο φύλο και δεν αποτελούν μέτρο σεξισμού, αλλά μέτρο αυτοπροστασίας. Τουλάχιστον αυτό πιστεύω εγώ, που περιμένω την κοπέλα με τον ωραίο κώλο να τελειώσει από το ταμείο και να πάρω κι εγώ επιτέλους σειρά.

Την παρατηρούσα να κοιτάει αδιάφορα το κινητό της ενώ η ταμίας προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα με το βουνό από ρούχα και όσο εντύπωση μου είχε κάνει η καλογυμνασμένη κορμοστασιά της, τόσο μου χάλαγε τη μαγιά αυτό το μαλλί: Κακοβαμμένο ξανθό, δύο – μπορεί και τρεις – μέρες άλουστο, με ρίζα σκατίμαυρη να έχει παρακάνει την εμφάνισή της και σίγουρα όχι επιμελώς χτενισμένο. Το χειρότερο όμως ήταν το μήκος του. Ούτε μακρύ, ούτε κοντό! Αυτό μπορεί να με έστελνε απευθείας στο φρενοκομείο. Πάντα με ενοχλούσε αυτό. Δεν διανοούμουν, γυναίκα να έχει αυτό το μαλλί. Για μένα αποτελούσε το κύριο από τα κριτήρια επιλογής. Όχι και πάλι όχι στις κυρίες με μαλλί σε αυτό το μήκος!

Αν και μοιάζει υπερβολικό, πιστεύω ακράδαντα ότι αν υπάρχει ένας δείκτης για να αποκαλύπτει τον χαρακτήρα μιας γυναίκας, αυτό είναι το μήκος του μαλλιού της και εξηγούμαι: Το μακρύ μαλλί δηλώνει κάτι και το κοντό κάτι άλλο. Το μαλλί της κυρίας μπροστά μου μπορεί να δηλώνει και το ένα και το άλλο, αλλά και τίποτα από τα δύο. Μπέρδεμα; Καθόλου!
Αν το μακρύ μαλλί δηλώνει ωραιοπάθεια, αλλά και μία γυναίκα που νοιάζεται για τον εαυτό της και για το άλλο φύλο και το κοντό δηλώνει μία γυναίκα δυναμική, αλλά και γιατί όχι με gay διαθεσεις (σύμφωνα με τα στερεότυπα), τότε το μαλλί που φτάνει μέχρι περίπου το μέσο της ωμοπλάτης τί ακριβώς δηλώνει για τον χαρακτήρα της φέρουσας;
Αν το μακρύ μαλλί υποδηλώνει και λίγη υποταγή στον άντρα και το κοντό ακριβώς το αντίθετο, τότε το μεσοβέζικο ποια ακριβώς δήλωση κάνει; Άσε που η παρατήρηση δείχνει ότι αυτές που διατηρούν το συγκεκριμένο μήκος στο μαλλί τους, συνήθως το αφήνουν ατημέλητο.

Η επιβεβαίωση της θεωρίας μου ήρθε λίγα λεπτά μετά: «Διακόσια δύο ευρώ και σαράντα λεπτά» της ανακοίνωσε η ταμίας και εκείνη έκανε να βγάλει από το πορτοφόλι της να πληρώσει. «Λυπάμαι δεν έχω μετρητά, θα πληρώσω με κάρτα» είπε η κλέφτρα με το μαλλί  και πρόταξε το κινητό της. «Ανέπαφα να υποθέσω;» ρώτησε η ταμίας και εκείνη απλά κατάνευσε. Η ταμίας έβγαλε τη συσκευή POS έξω από το ειδικά εγκατεστημένο plexiglass και η περί ης ο λόγος πέρασε το κινητό της από πάνω. «Λυπάμαι δεν εγκρίνεται! Θέλετε να ξαναδοκιμάσετε;»

Ποιος την είδε και δεν την φοβήθηκε! Σε χρόνο μηδέν είχε ξεφτιλίσει την κακόμοιρη την ταμία, την αλυσίδα φτηνής ένδυσης, την τράπεζα, αλλά και κάτι θείες της από το χωριό που τις είχε άχτι. Παρατάει τα τσίτια της εκεί δα και φεύγει εν εξάλλω φωνάζοντας ότι θα μηνύσει τους πάντες και τα πάντα, ακόμα δηλαδή και αυτά τα χαριτωμένα ζωάκια που τελούν υπό εξαφάνιση. Όμως η τρέλα της στιγμής δεν σταμάτησε εκεί. Λίγο πριν βγει από το κατάστημα και με έναν σεκιουριτά να την ακολουθεί διακριτικά, κάνει μεταβολή, με τρία άλματα φτάνει μπροστά στην ταμία ( ναι μου την ξαναπήρε τη σειρά ) και κουνώντας το δάχτυλο της δήλωσε ότι θα πάει στο αυτοκίνητό της να βρει μια άλλη κάρτα που πιθανόν θα δουλέψει, αλλά με την προϋπόθεση ότι δε θα περιμένει στην ουρά. Φεύγοντας γύρισε προς τα μας, κοντοστάθηκε λίγο σκεπτική, άνοιξε την τσάντα της, πέταξε μέσα το κινητό της και αφού μας έριξε ένα βλέμμα δολοφονικό, το οποίο εντεινόταν λόγω της μάσκας, κίνησε πάλι για την έξοδο. 

Η ερευνά μου τόσα χρόνια δεν είχε πάει στράφι. Κάθε φορά επιβεβαιωνόμουν για το ποιόν αυτών των γυναικών. Από επιστημονικό ενδιαφέρον και μόνο, παράτησα κατάχαμα τις σακούλες με τα ρούχα και άρχισα να την ακολουθώ. 
Παρατήρησα ένα εξαίσιο περπάτημα σε γοργό ρυθμό, που αναμφίβολα θα ταίριαζε σε αθλήτρια, αλλά συνάμα παρατήρησα έναν λεκέ στο αριστερό κωλομέρι, καθώς και ένα ζευγάρι βρώμικα – αλλά πανάκριβα – αθλητικά παπούτσια.
Σκέφτηκα ότι η θεωρία μου επιβεβαιώθηκε άλλη μια φορά: Οι έχουσες τέτοιο μήκος μαλλιού είναι ατημέλητες ψυχές. Δεν ξέρω γιατί, αλλά συμβαίνει και το είχα καταλάβει από νωρίς. Πολύ πριν αρχίσω τα πρώτα μου φλερτ, πολύ πριν συνειδητοποιήσω τη φύση μου, πολύ πριν γενικώς. 

Καθώς μου είχε βγει η γλώσσα να ακολουθώ αυτό το εμετικό πλάσμα, παρατηρούσα τα βλέμματα των αντρών γύρω μου, που σα μαγνητισμένα κολλούσαν πάνω της. Νέοι, γέροι, παντρεμένοι ή μη, ξεροστάλιαζαν μέχρι αυτή να χαθεί από το οπτικό τους πεδίο. Τι διάολο, μόνο εγώ είμαι διαφορετικός;
Για μένα, στο ούτε μακρύ, ούτε κοντό μαλλί της εμφώλευε το χειρότερο είδος γυναίκας: Της γεροντοκαυλώστρας, της ανάφτρας και της συμφεροντολόγας, που το μόνο που θέλει είναι να κερδίζει πάντα κάτι. Αν και από την συγκεκριμένη είχα δει μόνο ανεξήγητο θυμό, ήμουν σίγουρος ότι είναι όλα αυτά και ακόμα περισσότερα. 

Επιτέλους έφτασε στο ασανσέρ για το πάρκινγκ, λίγο πριν εγώ καταρρεύσω από κούραση. Πήρα μια βαθιά ανάσα και μπήκα μαζί της μέσα. Πόσο βρώμαγε! Παλιοκαιρισμένη ιδρωτίλα διαπερνούσε τη μάσκα και σουλάτσαρε στα ρουθούνια μου και τον λαιμό μου.
«Γιατί με ακολουθείς;» με ρώτησε. Θα της απαντούσα αμέσως, αλλά η κούραση, η μάσκα, η ζέστη και η δυσοσμία με έκαναν να λιποθυμήσω. 

Ξύπνησα ξαπλωμένος στο δάπεδο του πάρκινγκ. Η αθεόφοβη δεν είχε ειδοποιήσει κάποιον να με συνεφέρει, αλλά με έσυρε και με παράτησε κάπου μέχρι να ξαναβρώ τις αισθήσεις μου. «Έσβησες ξαφνικά» μου είπε, ενώ με το χέρι της μου έβρεχε το πρόσωπο. Έκανα να σηκωθώ, αλλά με απότρεψε. Μετά από λίγο ένιωσα αρκετά καλύτερα και σηκώθηκα δειλά. Τσέκαρα ότι δεν πονούσα κάπου και αποφάσισα να τελειώνω με αυτή την ιστορία, που δε θα μου έβγαινε σε καλό.
«Δε μου απάντησες. Γιατί με ακολουθείς;» με ρώτησε με ακριβώς τον ίδιο τόνο που είχε χρησιμοποιήσει και πρωτύτερα. Πριν προλάβω να απαντήσω συμπλήρωσε: «Χωρίς τη μάσκα είσαι πιο συμπαθητικός!». Τότε διαπίστωσα ότι αυτή δεν είχε μάλλον βγάλει τη μάσκα καθ’ όλη τη διάρκεια της “απουσίας” μου, αλλά και ότι είχα πολύ καιρό να ακούσω κάτι καλό από μία γυναίκα. Τα ήξερα όμως αυτά τα τερτίπια. Αυτές όλες ξεκινάνε μαλακά και στο τέλος σε λένε μαλάκα.
«Έχεις αυτό το μαλλί!» της απάντησα. «Το ούτε μακρύ, ούτε κοντό;» αντέδρασε αστραπιαία. – Πώς το ήξερε; – «Μου το ‘χουν πει πολλοί σαν κι εσένα» συνέχισε και γονάτισε μπροστά μου.

Αίφνης ένιωσα ότι το πράγμα θα ξέφευγε ευχάριστα. Σκέφτηκα ότι δεν έγινε και τίποτα που δεν τις συμπαθούσα αυτές. Ένας λόγος παραπάνω μάλιστα. Η θεωρία μου τείνει να γίνει αξίωμα και στην τελική ένα τσιμπουκάκι θα τόνωνε την χαμένη μου αυτοπεποίθηση. Ο γυπαετός ξύπνησε μέσα μου και με γρήγορες κινήσεις έλυσα τη ζώνη και κατέβασα το παντελόνι.
«Τί ακριβώς κάνεις;» πετάχτηκε όρθια. «Αυτό που ζητάς!» της απάντησα με σιγουριά και έπιασα με δυσκολία τον πούτσο μου.
«Δεν ξέρεις τί σου γίνεται φίλε!» είπε, αλλά ο τόνος της φωνής της δεν ήταν εριστικός. Αντίθετα, έκρυβε ένα παράπονο. «Τα κορδόνια θα σου έδενα, μη ξανασωριαστείς σα βόδι πουθενά!» είπε ψύχραιμα και έφυγε. 

Την παρατηρούσα να απομακρύνεται και το περπάτημά της δεν είχε πια αυτόν τον αέρα. Όμως μου ήταν γνώριμο.
Ούτε ο κώλος της ήταν τόσο ωραίος όσο στο κατάστημα. Και να σας πω την αλήθεια κι αυτόν κάπου τον είχα ξαναδεί.
Έτρεξα πίσω της και της φώναξα. Γύρισε με κοίταξε με αυτό το διαπεραστικό βλέμμα και έβγαλε τη μάσκα. Στο πρόσωπό της είδα τη μάνα μου, τη δασκάλα μου στο δημοτικό και μία τύπισσα που με είχε παρατήσει πριν είκοσι χρόνια.

About the author

Yiannis Archimandritis

Add comment

SUBSCRIBE

Loading

CONTACT